Ο Χρύσανθος Πανάς μας συστήνει τη συλλογή του έργων τέχνης, παρουσιάζοντας έργα Ελλήνων καλλιτεχνών στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης!
Στα 19 του χρόνια, όταν αγόραζε ένα έργο του εικαστικού Χρήστου Θεοφίλη, ο Χρύσανθος Πανάς δεν γνώριζε πως ξεκινούσε μια συλλογή που σήμερα αριθμεί περισσότερα από 220 έργα τέχνης. Γνώριζε, όμως, εξ αρχής, πως η σχέση του με την τέχνη ήταν ομολογία έλξης και δέσμευσης, συγχρόνως. Ασκώντας τα προσωπικά του αισθητικά κριτήρια μέσα από ένα δίκτυο επαφών με Έλληνες και ξένους επιμελητές, αλλά και με γκαλερί του εξωτερικού, η τέχνη που αποτελούσε δομικό στοιχείο της οικογενειακής του καθημερινότητας, εξελίχθηκε με συνέπεια και μέθοδο σε προσωπική αναζήτηση. Πλέον, η συλλογή του περιλαμβάνει έργα των Marina Abramović, Stephen Antonakos, Takis, Gregory Crewdson, Απόστολου Γεωργίου, Γιάννη Βαρελά, και πολλών άλλων, εκτεινόμενη στους τομείς της ζωγραφικής, των εγκαταστάσεων και των NFTs/digitals. Σήμερα, ο Χρύσανθος Πανάς επιλέγει να την εμπλουτίζει κατ’ αποκλειστικότητα με έργα ανερχόμενων σύγχρονων Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών.
Το σύνολο της συλλογής των σύγχρονων έργων είναι διαθέσιμο online στο www.relatedart.com, όμως επιλεγμένα έργα από το ελληνικό τμήμα της θα παρουσιαστούν σε μια έκθεση που οργανώνεται στους χώρους του Ιδρύματος Μιχάλης Κακογιάννης από την Δευτέρα, 19 Δεκεμβρίου.
Τα έργα αυτά αποτελούν τον πυρήνα της συλλογής, το αρχικό κίνητρο για την ανάπτυξή της και τη βασική συνισταμένη της. Η προσεχής παρουσίασή τους δεν αναδεικνύει μόνο την ξεχωριστή σχέση του κ. Πανά με την ελληνική τέχνη, τους δημιουργούς, τα έργα, τους επιμελητές και τους γκαλερίστες που συνέθεσαν το ιστορικό πλαίσιο της νεότερης ελληνικής τέχνης.
Αντιθέτως, μέσα από την έκθεση, αυτή η σχέση φωτίζει με την σειρά της την δυναμική και την συνεισφορά του Χρύσανθου Πανά στο γνωμοδοτικό καλλιτεχνικό συμβούλιο του Ιδρύματος Μιχάλης Κακογιάννης, στο οποίο συμμετέχει.
Ανοικτή σε όλους όσοι ενδιαφέρονται για τη διαδρομή της ελληνικής σύγχρονης δημιουργίας των τελευταίων δεκαετιών, η έκθεση είναι το αποτέλεσμα της διαρκούς συνεργασίας του Χρύσανθου Πανά με την σπουδαία ομάδα του Ιδρύματος, την Πρόεδρό του, Ξένια Καλδάρα, και την προσωπική του φίλη Ντόρα Βυζοβίτου, η οποία και τον ενθάρρυνε να παρουσιάσει τα έργα της συλλογής του.
Ο Χρύσανθος Πανάς μας λέει για αυτή την συλλογή: “Κατά τη δική μου εμπειρία, η απόκτηση έργων τέχνης είναι κατ’ αρχήν ανάγκη. Μία μέθοδος επικοινωνίας με τις αόρατες προεκτάσεις του συνειδητού εαυτού. Το κριτήριο δεν είναι ποτέ επενδυτικό ή εμπορικό. Σε όλη μου τη ζωή αγόραζα τα έργα που ξεχώριζα και αγαπούσα χωρίς δεύτερες σκέψεις, με γνώμονα το αισθητήριο που διαμορφώθηκε στα αγαπημένα μου στέκια και σχολεία: Γκαλερί όπως Ζουμπουλάκη, Νέες Μορφές, Γκαλερί 7, Επίπεδα, Αντήνωρ, Κρεωνίδης αλλά και δραστήριες περιφερειακές γκαλερί, όπως η Όλγα Γεωργαντέα. Παρακολουθούσα τις περιοδικές εκθέσεις τους, σημείωνα τα έργα που με προσκαλούσαν κοντά τους, μάθαινα όσο μπορούσα περισσότερα για τους δημιουργούς τους. Και σιγά-σιγά αποκτούσα περισσότερα. Από έρωτα για το καθένα ξεχωριστά. Έτσι, λοιπόν, δημιουργήθηκε μια αισθητική και αισθηματική κοινότητα έργων μεγάλων δασκάλων, άξιων μαθητών τους και μεταγενέστερων δημιουργών. Και φθάνουμε στο σήμερα της συλλογής: Στους σύγχρονους Έλληνες εικαστικούς.
Ποτέ δεν μου άρεσε να χαρακτηρίζω ως συλλογή τα έργα που είχα αποκτήσει με διακριτή αγάπη για το καθένα τους. Όμως όσο το πλήθος τους μεγάλωνε και -φυσικά- ενίοτε άλλαζε προσανατολισμό, αυτή η κοινότητα γινόταν πράγματι μια συλλογή, ενδεικτική όχι μόνο των δικών μου αναζητήσεων και αισθητικών προτεραιοτήτων, αλλά και των καλλιτεχνικών ρευμάτων και των κοινωνικών σχηματισμών που τα αναδείκνυαν. Αναζητώντας διαρκώς το καινούριο στην τέχνη, ανέπτυξα ένα προσωπικό δίκτυο επαφών με Έλληνες και ξένους επιμελητές, αλλά και με γκαλερί του εξωτερικού, χάρη στο οποίο, πλέον, επιλέγω κατ’ αποκλειστικότητα έργα ανερχόμενων σύγχρονων Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών.
Αν και η συλλογή μου είναι επισκέψιμη στον διαδικτυακό κατάλογο που έχω δημιουργήσει στη διεύθυνση www.relatedart.com, η παρουσίαση του ελληνικού μέρους της αποτελεί για μένα μια πολύ σημαντική στιγμή. Είναι μία δημόσια εξομολόγηση, ένα αυτοβιογραφικό σημείωμα γεμάτο συναισθήματα, αναμνήσεις, σταθμούς στη διαδρομή της ζωής μου. H οικογένεια μου, ειδικά από την πλευρά του πατέρα, ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με την τέχνη. Τα έργα της γιαγιάς μου, Μαριάνθης Πανά, μιας ταλαντούχας ζωγράφου που αφοσιώθηκε στην οικογένεια και, ευτυχώς για όλους μας, στην ευρύτερη παιδεία παιδιών και εγγονιών, βρίσκονταν παντού στο σπίτι μας. Στους οικογενειακούς μας φίλους συγκαταλέγονταν από τον ζωγράφο και καθηγητή Γιάννη Καββαδία και τον ξάδελφό μας Αλέξανδρο Ίσαρη, μέχρι τον μοναδικό Βασίλη Φωτόπουλο, που έμελλε να γίνει καθημερινή μου συναναστροφή.
Παράλληλα, η τέχνη της εποχής διάλεγε -όπως κάνει η τέχνη κάθε εποχής- τις δικές της εκλεκτικές συγγένειες, συνομολογώντας ιδιοχείρως το κύτταρό της. Όπως σχολιάζει η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, από την αρχή της δεκαετίας του 1970, παρατηρείται στον διεθνή χάρτη της εικαστικής δημιουργίας στροφή προς την αναπαραστατική ζωγραφική. Το σχέδιο ως αυτόνομη μορφή τέχνης αναγεννιέται. Την δεκαετία που ακολουθεί, το κίνημα του μεταμοντερνισμού ενθαρρύνει την παρέκκλιση από κάθε νόρμα, εμπεριέχοντας συγχρόνως έντονες νοσταλγικές αναφορές στο παρελθόν. Σύμφωνα με τον Θανάση Μουτσόπουλο, προς τα μέσα της δεκαετίας του 1980 γίνεται πια φανερό ότι οι καινούργιες ιδέες είχαν κάνει τον κύκλο τους. Η δεκαετία του 1990 χαρακτηρίζεται από κάθε είδους αναβιωτικές διαδικασίες που φαντάζουν σαν να βγάζουν από τη ναφθαλίνη τη δεκαετία του 1970. Η δεκαετία του 1990 ήταν και η τελευταία δεκαετία με διακριτά πολιτισμικά χαρακτηριστικά: Κατά τις δεκαετίες του 2000 ή του 2010, αν και παρήχθηκαν σημαντικά πολιτισμικά έργα σε όλους τους τομείς της καλλιτεχνικής έκφρασης, δεν μπορούμε να τα ταυτίσουμε με τέτοια διακριτά χαρακτηριστικά.
Προσωπικά, η υπέροχη δεκαετία των 80s είναι και η δεκαετία της εφηβείας μου. Όταν, λοιπόν, οι συνομήλικοι φίλοι μου έψαχναν παθιασμένα για το επόμενο συλλεκτικό μοντέλο μινιατούρα αυτοκινήτου για να εμπλουτίσουν τη συλλογή τους, ή την αφίσα του αγαπημένου τους ηθοποιού ή συγκροτήματος για να την κρεμάσουν στο δωμάτιό τους, εγώ, παρά την εμμονή μου με τη μουσική, ονειρευόμουν το πρώτο έργο τέχνης που θα αποκτούσα. Και το 1989, στα τελειώματα της εφηβείας μου, τα κατάφερα! Και μάλιστα με αυτοχρηματοδότηση. Με το χαρτζιλίκι μου, αγόρασα από την γκαλερί Άδυτο ένα έργο του Χρήστου Θεοφιλή, ενός αρκετά ανατρεπτικού για την εποχή καλλιτέχνη.
Και τώρα θεωρώ ότι ήρθε η ώρα να μοιρασθώ το ταξίδι μου αυτό με όλους εσάς. Να σας δείξω τον χάρτη πλοήγησης, τον αστρολάβο μου, τους σταθμούς, τα έπαθλα. Να μοιρασθώ την ξεχωριστή σχέση με κάθε ένα από τα έργα, τα μυστικά που μου αποκάλυψαν τα ίδια, οι δημιουργοί τους, οι επιμελητές και οι γκαλερίστες τους.
Έτσι οδηγήθηκα στην απόφαση για αυτήν την έκθεση στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης. Το Ίδρυμα Κακογιάννη είναι ένας χώρος φιλοξενίας κάθε πνευματικής δημιουργίας και πολιτιστικής έκφρασης. Αγαπά και φροντίζει τις τέχνες, τους δημιουργούς και αυτούς που αγαπάνε να αγαπούν την τέχνη. Και αυτό το βιώνω εντονότερα τώρα ως μέλος του Γνωμοδοτικού Καλλιτεχνικού Συμβουλίου του. Την οργάνωσα σε συνεργασία με την σπουδαία ομάδα του ιδρύματος, την πρόεδρο και γενική διευθύντριά του Ξένια Καλδάρα και την προσωπική μου φίλη Ντόρα Βυζοβίτου με την οποία περπατούμε συχνά στα μονοπάτια της αναζήτησης.
Σας περιμένω για να σας ξεναγήσω στην πιο βαθιά, εσωτερική και ουσιαστική μου περιπλάνηση στο χωροχρόνο των εικαστικών από τη δεκαετία του 1980 μέχρι σήμερα”.