H ΑΜΚΕ «ΦΕΡΜΕΛΗ» – Όμιλος Ανάδειξης της πολιτιστικής, καλλιτεχνικής και εθνικής μας κληρονομιάς, με πρωτοβουλία της Προέδρου της, Λίζας Πενθερουδάκη, διοργανώνει τη θεματική έκθεση «Εύζωνες», με τη συμμετοχή 64 διακεκριμένων Ελλήνων εικαστικών, πλαισιωμένης από έναν πρωτότυπο πυρήνα ιστορική αναφοράς, αποτελούμενο από φωτογραφίες, ιστορικά κειμήλια και συλλεκτικά αντικείμενα από δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές. Την επιμέλεια της έκθεσης έχουν η Ίρις Κρητικού και ο Νίκος Βατόπουλος.
Οι δυο παράλληλες ενότητες της έκθεσης που ξεκινά στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών – Ίδρυμα Βούρου Ευταξία -χωρίς εγκαίνια- την Πέμπτη 15 Οκτωβρίου και ώρα 19.00 στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών – Ίδρυμα Βούρου Ευταξία, αναπτύσσουν από κοινού το ιστορικό και εικαστικό αφήγημα καθώς και τους διαφορετικούς άξονες του ιδεολογήματος και του οράματος του Σώματος των Ευζώνων.
Η πρωτοβουλία της ΦΕΡΜΕΛΗΣ, συμπίπτοντας με μια δυσχερή εποχή κρίσης κατά την οποία κυριολεκτικά και νοητά κεκτημένα όρια αμφισβητούνται, συμπίπτοντας με μια περίοδο παρατεταμένης παγκόσμιας αναγκαστικής εσωστρέφειας, αλλά και καλούμενη να προϋπαντήσει την τόσο σημαντική επέτειο της Εθνικής Παλιγγενεσίας, αποτέλεσε για όλους τους συντελεστές της έκθεσης ένα πολύμηνο κοπιαστικό αλλά συναρπαστικό εγχείρημα.
Στόχος τόσο των διοργανωτών, όσο και των επιμελητών, συνομιλώντας και αντλώντας από τον παράλληλο πολύτιμο ιστορικό πυρήνα της έκθεσης, η σύγχρονη εικονοποιία της να μην αναλωθεί σε στερεοτυπικές και γραφικές αποτυπώσεις μιας «χάρτινης» εικόνας του Εύζωνα, αλλά να ενισχυθεί με παλλόμενες συγκινησιακά ζωγραφικές απεικονίσεις πορτραίτων ανθρώπων, ηρώων που υπήρξαν και ζωγραφικών λαϊκών ή ακαδημαϊκών προτύπων που κατά το παρελθόν δημιουργήθηκαν και διαδόθηκαν. «Να κεντηθεί με πολύτιμες λεπτομέρειες που σε εμπνευσμένη συνομιλία με το αρχαίο και βυζαντινό παρελθόν της ευζωνικής στολής, οδηγούν σε οργανική σύγχρονη έμπνευση. Να ξεδιπλωθεί με την εικαστική απόδοση ιστορικών επεισοδίων, παιδικών και οικογενειακών αναμνήσεων, αθηναϊκών και άλλων στιγμιότυπων με επίκεντρο την ακοίμητη Ανακτορική -και μετέπειτα Προεδρική- Φρουρά, τις κεντρικές αθηναϊκές λεωφόρους και το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη στο Σύνταγμα. Στη διαδρομή αυτή, οι εικαστικά αποδοσμένες καταθέσεις προσωπικών αφηγήσεων και οι αναδρομές σε οικογενειακά άλμπουμ με στόχο την εικαστική αποτύπωση, συναντήθηκαν και κατά κάποιον τρόπο ενσωματώθηκαν με τη σειρά τους στο ιστορικό αφήγημα της έκθεσης», σημειώνουν οι επιμελητές της έκθεσης.
Στην έκθεση συμμετέχουν οι εικαστικοί: Γιάννης Αδαμάκης, Χριστίνα Αθανασούλα-Μαντζαβίνου, Χριστίνα Ακτίδη, Χρήστος Αλατσάκης, Νεκτάριος Αποσπόρης, Άννα Αχιλλέως, Κάτια Βαρβάκη, Μαριλίτσα Βλαχάκη, Ειρήνη Βογιατζή, Κική Βουλγαρέλη, Μαίρη Γαλάνη-Κρητικού, Μαρία Γέρουλα, Σάββας Γεωργιάδης, Μαρία Γιαννακάκη, Στρατηγούλα Γιαννικοπoύλου, Δικαία Δεσποτάκη, Μαρία Διακοδημητρίου, Φραγκίσκος Δουκάκης, Αποστόλης Ιτσκούδης, Κατερίνα Ιωαννίδη, Σταυρούλα Καζιάλε, Σοφία Καλογεροπούλου, Μηνάς Καμπιτάκης, Βασίλης Καρακατσάνης, Νίκος Κιτμερίδης, Σοφία Ρόζα Κοσμίδου, Βαγγέλης Κύρης, Βασίλης Λιαούρης, Γιώργος Λουλούδης, Τάσος Μαντζαβίνος, Λυδία Μαργαρώνη, Μηνάς Μαυρικάκης, Στέλλα Μελετοπούλου, Γιάννης Μετζικώφ, Γιάννης Μπεκιάρης, Γεωργία Μπλιάτσου, Ρούλη Μπούα, Μίλτος Παντελιάς, Γεύσω Παπαδάκη, Κωνσταντίνος Παπαμιχαλόπουλος, Χριστίνα Παρασκευοπούλου, Παναγιώτης Πασάντας, Λίζα Πενθερουδάκη, Στέλιος Πετρουλάκης, Γιώργος Σαλταφέρος, Παύλος Σάμιος, Χρήστος Σανταμούρης, Έφη Σδούκου, Βασίλης Σούλης, Χρήστος Στανίσης, Μαρίνα Στελλάτου, Κωνσταντίνα Τζαβιδοπούλου, Βάσω Τρίγκα, Κλαίρη Τσαλουχίδη-Χατζημηνά, Ελευθερία Τσέικο, Κατερίνα Τσεμπελή, Βιργινία Φιλιππούση, Πάβλος Χαμπίδης, Μανώλης Χάρος, Αθηνά Χατζή, Άρτεμις Χατζηγιαννάκη, Αναστασία Χατζίρη, Νικόλας Χριστοφοράκης, Αριστείδης Χρυσανθόπουλος.
Στο διάστημα λειτουργίας της έκθεσης, η οποία θα διαρκέσει έως τις 23 Νοεμβρίου, προγραμματίζονται και άλλες παράλληλες δράσεις που θα ανακοινωθούν.
Στο πλαίσιο του εορτασμού του επετειακού έτους 2021, ήδη προγραμματίζεται η παρουσίαση της έκθεσης εκτός Αθηνών, στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Η επιμελήτρια της έκθεσης Ίρις Κρητικού σημειώνει στο Fay’s Control για την ιδέα της έκθεσης, το γιλεκάκι που φορούν και άλλες ιστορίες…
Με μεγάλη χαρά, ο Νίκος Βατόπουλος κι εγώ, αποδεχτήκαμε την πρόσκληση σχεδιασμού και επιμέλειας μιας εκ των βασικών πρώτων πολιτιστικών δράσεων εξωστρέφειας της νεαρής αλλά εξαιρετικά δυναμικής ΑΜΚΕ ΦΕΡΜΕΛΗ, προχωρώντας στη μελέτη και την υλοποίηση μιας θεματικής έκθεσης με αντικείμενο τους Εύζωνες και σημαντικά νέα έργα Ελλήνων εικαστικών, πλαισιωμένα από σπάνια ή και ανέκδοτα ιστορικά κειμήλια και συλλεκτικά αντικείμενα. Η πρωτοβουλία της ΦΕΡΜΕΛΗΣ, συμπίπτοντας με μια δυσχερή εποχή κρίσης κατά την οποία κυριολεκτικά και νοητά κεκτημένα όρια αμφισβητούνται, συμπίπτοντας με μια περίοδο παρατεταμένης παγκόσμιας αναγκαστικής εσωστρέφειας, κατά την οποία η τέχνη διέσωσε για μία ακόμη φορά πολλούς από εμάς, αλλά και καλούμενη εντέλει κατά κάποιον τρόπο να προϋπαντήσει την τόσο σημαντική επέτειο της Εθνικής Παλιγγενεσίας, αποτέλεσε για όλους τους συντελεστές της έκθεσης ένα πολύμηνο κοπιαστικό αλλά συναρπαστικό εγχείρημα.
Το εικαστικό αφιέρωμα, πλαισιωμένο από ζωγραφικά και γλυπτά έργα, εγκαταστάσεις, κατασκευές και φωτογραφίες, συνομιλεί αρμονικά με το ιστορικό αφήγημα που εισάγει τον επισκέπτη στην έκθεση και ταυτόχρονα, ξεδιπλώνει, ελπίζουμε, με τον δέοντα ιστορικό σεβασμό, με περιγραφική συνέπεια αλλά και με πλαστική και αισθητική δεξιότητα, τους διαφορετικούς άξονες των καταβολών, του ιδεολογήματος, του συμβολισμού και του διαχρονικά ευγενούς και πατριωτικού τρόπου δράσης και ύπαρξης του Σώματος των Ευζώνων.
Επιθυμία όλων μας ήταν εξαρχής, συνομιλώντας και αντλώντας από τον παράλληλο πολύτιμο ιστορικό πυρήνα της έκθεσης, η σύγχρονη εικονοποιία της να μην αναλωθεί σε στερεοτυπικές και γραφικές αποτυπώσεις μιας «χάρτινης» εικόνας του Εύζωνα, αλλά να ενισχυθεί με παλλόμενες συγκινησιακά ζωγραφικές απεικονίσεις πορτραίτων ανθρώπων, ηρώων που υπήρξαν και ζωγραφικών λαϊκών ή ακαδημαϊκών προτύπων που κατά το παρελθόν δημιουργήθηκαν και διαδόθηκαν. Να κεντηθεί με πολύτιμες λεπτομέρειες που σε εμπνευσμένη συνομιλία με το αρχαίο και βυζαντινό παρελθόν της ευζωνικής στολής, οδηγούν σε οργανική σύγχρονη έμπνευση. Να ξεδιπλωθεί με την εικαστική απόδοση ιστορικών επεισοδίων, παιδικών και οικογενειακών αναμνήσεων, αθηναϊκών και άλλων στιγμιότυπων με επίκεντρο την ακοίμητη Ανακτορική -και μετέπειτα Προεδρική– Φρουρά, τις κεντρικές αθηναϊκές λεωφόρους και το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη στο Σύνταγμα. Στη διαδρομή αυτή, οι εικαστικά αποδοσμένες καταθέσεις προσωπικών αφηγήσεων και οι αναδρομές σε οικογενειακά άλμπουμ με στόχο την εικαστική αποτύπωση, συναντήθηκαν και κατά κάποιον τρόπο ενσωματώθηκαν με τη σειρά τους στο ιστορικό αφήγημα της έκθεσης.
Και αν η διαδικασία της προετοιμασίας αυτής της έκθεσης εμπεριείχε τόση συγκίνηση και επεφύλασσε τόσες εκπλήξεις, είναι γιατί, σε κάθε μικρό σταθμό της, νέα τεκμήρια, φωτογραφίες, κειμήλια και παιδικά παιχνίδια, προσεκτικά φυλαγμένες μνήμες και βιωμένες οικογενειακές παραδόσεις των συμμετεχόντων εικαστικών, έρχονταν να προστεθούν αθόρυβα μα καθοριστικά, στον καμβά της δικής τους αφήγησης.
Τα περισσότερα έργα της έκθεσης, φέρουν πράγματι ένα σημαντικό προσωπικό βάρος. Είναι οι ιστορίες των γονιών, των θείων και των παππούδων, των αναγνωσμάτων και των μουσικών ακουσμάτων των σχολικών εορτών, των παρελάσεων και των ανεξίτηλων παιδικών αναμνήσεων που αθέατα εισχωρούν στη δεύτερη και την τρίτη διάσταση κάθε έργου.
«Το 1941, ο πατέρας μου ήταν γιατρός στην Αλβανία», αφηγείται η δική μου μητέρα, με αφορμή την πρώτη φωτογραφία που μου παραχώρησε και όπου η ίδια, στις 22 Φεβρουαρίου εκείνου του έτους, απαθανατίζεται σε ηλικία πέντε ετών, ντυμένη ευζωνάκι, με φουστανέλα, τσαρούχια, πουκάμισο, φάριο και χρυσοκέντητο βελουδένιο γιλέκο. «Η μητέρα μου, δασκάλα στην Αίγινα, υπηρετούσε τότε ως εθελόντρια νοσοκόμος, φροντίζοντας τους τραυματίες που συνέρρεαν από το Μέτωπο στο νησί – στο ξενοδοχείο «Μιράντα» που είχε επιταχθεί για αυτόν τον σκοπό. Τον Φεβρουάριο εκείνον, στις Αποκριές, με έντυσαν ευζωνάκι στην αυλή του σπιτιού μας η μαμά και η γιαγιά μου. Κάποιος με φωτογράφησε. Ο αδελφός μου δεν είχε ακόμη γεννηθεί. Αυτή τη φωτογραφία, αφού με έβαλαν να φιλήσω το πίσω μέρος της, τη στείλαμε στο αλβανικό μέτωπο όπου πολεμούσε ο πατέρας μου». Η αφιέρωση στην πίσω όψη, με τα γράμματα της γιαγιάς Ζηνοβίας, γράφει: «η Μαιρούλα στον μπαμπούλη της για ανάμνησιν των κεχωρισμένων Απόκρεω που περνούμε εις Αίγιναν…». Πάνω από την αφιέρωση, βάζοντας για σημάδι έναν σταυρό, η γιαγιά Ζηνοβία υπογραμμίζει: «εδώ φίλησε η Μαιρούλα μας +».
Τη φωτογραφία ετούτη, που υπήρξε για εμένα το εναρκτήριο συναισθηματικό λάκτισμα για μια βαθύτερη ψυχική εμπλοκή με τον αφηγηματικό απεικονιστικό μίτο και το ουσιαστικό νόημα ετούτης της έκθεσης, ο πατέρας της και παππούς μου, την κρατούσε συνεχώς επάνω του και την έφερε πίσω μαζί του στην Αίγινα όταν επέστρεψε από την Αλβανία. Η δεύτερη οικογενειακή φωτογραφία που συντρόφευσε επίσης ποικιλοτρόπως τη διαδρομή αυτών των μηνών, είναι ελαφρώς μεταγενέστερη. 1945, και η μητέρα μου με τον μικρότερο, τριετή, ήδη, αδελφό της, τον αγαπημένο μου θείο Κώστα, φωτογραφίζονται και πάλι στην αυλή του σπιτιού. Ντυμένοι όπως πάντα για την παρέλαση και την έπαρση της σημαίας σε κάποια εθνική γιορτή, ευζωνάκι ο μικρός και με αττική φορεσιά που φοριόταν πατροπαράδοτα και στο δικό μας νησί, η μεγάλη.
Και είναι η πρώτη φορά που, τόσα χρόνια μετά, κοιτώντας ξανά και ξανά τις γνώριμες ετούτες φωτογραφίες, παρατηρώ πως η Μαίρη και ο Κώστας με διαφορά λίγων ετών, φορούν με καμάρι το ίδιο γιλέκο. Το γιλέκο του προπάππου τους, καθώς μου επιβεβαιώνει τώρα η μητέρα μου, παραδίδοντάς το με τη σειρά της σε εμένα, αυτό που ο ίδιος ως άλλος εύζων φορούσε πάνω απ’ τη φουστανέλα του. Το αυθεντικό γιλέκο μιας πολύτιμης φορεσιάς καμωμένης από βελούδο και ολοκέντητης με χρυσοκλωστή, χιλιομπαλωμένο πλέον και μεταποιημένο κατοχικά και μετακατοχικά, αλλά πάντα πολύτιμο, για τις ανάγκες των διαδοχικών ενσαρκώσεων και των πολλαπλών ηρωικών μεταγενέστερων ρόλων του.