«Τέχνη σε χρυσό. Το κόσμημα στους ελληνιστικούς χρόνους»: Λαμπρά εγκαίνια στο Μουσείο Μπενάκη Ελληνικού Πολιτισμού!
Με μεγάλη επιτυχία εγκαινιάσθηκε προχθές στο Μουσείο Μπενάκη Ελληνικού Πολιτισμού η έκθεση «Τέχνη σε χρυσό. Το κόσμημα στους ελληνιστικούς χρόνους». Η έκθεση αποτελεί μέρος της Πράξης «Οι Συλλογές του Μουσείου Μπενάκη και η Σύγχρονη Δημιουργία», που θα διαρκέσει από τις 13 Νοεμβρίου 2024 έως τις 27 Απριλίου 2025. Εκτός από τα αντικείμενα των συλλογών του Μουσείου Μπενάκη, η έκθεση περιλαμβάνει έργα από 30 μουσεία και Εφορείες Αρχαιοτήτων της Ελλάδας και από πέντε μουσεία του εξωτερικού.
Ο στόχος της έκθεσης είναι διττός: η παρουσίαση του ελληνιστικού κοσμήματος ως πολύσημου αντικειμένου και η διερεύνηση των τεχνικών κατασκευής του, ένα ζήτημα που σπάνια προβάλλεται σε εκθεσιακό πλαίσιο. Η μελέτη των τεχνικών πραγματοποιήθηκε από την ομάδα του Εργαστηρίου Μετάλλου του τμήματος Συντήρησης του Μουσείου Μπενάκη.
Η έκθεση επικεντρώνεται στην κοσμηματοτεχνία της ελληνιστικής περιόδου, που συμβατικά ξεκινά το 323 π.Χ., τη χρονιά του θανάτου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και διαρκεί έως το 30 π.Χ., όταν η Ρώμη προσάρτησε την Αίγυπτο. Στην ελληνιστική οικουμένη, που εκτεινόταν από την Αδριατική μέχρι το Αφγανιστάν και από την Αιθιοπία μέχρι τη σημερινή Ουκρανία, δημιουργήθηκε ένα τεράστιο δίκτυο βασιλείων και πόλεων. Μέσα στα όριά της ταξίδευαν συνεχώς ετερογενείς και πολύγλωσσοι πληθυσμοί, ανάμεσά τους και τεχνίτες, ανταλλάσσοντας γνώσεις και πληροφορίες. Αυτή ακριβώς η ανταλλαγή οδήγησε στην πρωτοφανή αύξηση των τεχνολογικών γνώσεων και σε μια ώσμωση πολιτισμική, καθοριστικό στοιχείο για την ανάπτυξη και την εδραίωση μιας κοινής καλλιτεχνικής έκφρασης, ορατή και στην κοσμηματοτεχνία της περιόδου.
Στα κοσμήματα των ελληνιστικών χρόνων αποτυπώνεται η πρωτόγνωρη ποσότητα χρυσού που ο Μέγας Αλέξανδρος οικειοποιήθηκε από τα θησαυροφυλάκια των Περσών βασιλέων. Η επιδεικτική έξαρση της πολυτέλειας, αισθητή στην «μπαρόκ» αισθητική τους, οι σύνθετες τεχνικές, η σχεδόν σκηνοθετημένη υπερβολή και η αυξημένη χρήση πολύτιμων και ημιπολύτιμων λίθων αντανακλούν την ιδεολογία της μοναρχίας.
Τα χρυσά κοσμήματα, που κυρίως αφορούν στο γυναικείο φύλο, προσεγγίζονται ως μέσο προβολής κοινωνικής θέσης και πλούτου, ως συνοδευτικά στα κρίσιμα στάδια του βιοτικού κύκλου (ενηλικίωση, γάμος, θάνατος), ως αντικείμενα με φυλακτικές/αποτροπαϊκές ιδιότητες, ως αναθήματα σε θεότητες, ως επένδυση οικονομικού κεφαλαίου, ως μέσο στολισμού του ενδύματος και, κυρίως, του σώματος με σκοπό την ανάδειξη της ομορφιάς. Εκτός από τα κοσμήματα, που αποτελούν τον κεντρικό κορμό της έκθεσης, πήλινα ειδώλια και αγγεία εικονογραφούν τον τρόπο εφαρμογής τους στο ανθρώπινο σώμα.
Για την εξοικείωση του κοινού με τις βασικές τεχνικές κατασκευής των ελληνιστικών κοσμημάτων προβάλλονται πέντε βίντεο-animation, τα οποία με εύληπτο τρόπο παρουσιάζουν τη διαδικασία διαμόρφωσης πέντε επιλεγμένων κοσμημάτων του Μουσείου Μπενάκη. Επιπλέον, σε προθήκη χωρίς προστατευτικό τζάμι, οι επισκέπτες, τόσο οι βλέποντες όσο και τα άτομα με απώλεια όρασης, έχουν τη δυνατότητα να αγγίξουν διαφόρων τύπων σύρματα και μήτρες για την αναπαραγωγή διακοσμητικών θεμάτων.
Μέσω της αφής θα κατανοήσουν τη διαδικασία του πώς ένα επίπεδο έλασμα καταλήγει σε μια ολόγλυφη ανθρώπινη μορφή (είναι η τεχνική της έκκρουστης πίεσης). Οι κατασκευές στην προθήκη αυτή οφείλονται επίσης στον Άκη Γκούμα.
Στο κέντρο της αίθουσας δεσπόζει μεγάλο μέρος από τον λεγόμενο «Θησαυρό της Θεσσαλίας / του Καρπενησίου», που είναι μοιρασμένος ανάμεσα στο Μουσείο Μπενάκη και στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας. Πρόκειται για εξαιρετικής τέχνης γυναικεία κοσμήματα, περίτεχνες δημιουργίες που έχουν αποδοθεί σε σημαντικό μακεδονικό εργαστήριο του 3ου-2ου αι. π.Χ. και ανήκαν μάλλον σε μέλη της μακεδονικής Αυλής.
Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει η ενότητα της σύγχρονης δημιουργίας, στην οποία οκτώ καλλιτέχνες και δημιουργοί από την Ελλάδα και το εξωτερικό εκθέτουν τα δικά τους έργα. Οι Peter Bauhuis, Άκης Γκούμας, Patrick Davison, Pura Ferreiro, Αναστασία Κανδαράκη, Lucia Massei, Δημήτρης Νικολαΐδης και Δέσποινα Πανταζοπούλου φιλοτέχνησαν τις δημιουργίες τους εμπνεόμενοι από ελληνιστικά κοσμήματα του Μουσείου Μπενάκη.
Φωτογραφίες: Studio Panoulis