ΑΥΤΟΠΤΗΣ ΜΑΡΤΥΡΑΣ

Ο σπουδαίος ζωγράφος Αλέκος Φασιανός έφυγε από την ζωή σαν σήμερα στις 16 Ιανουαρίου 2022

Σαν σήμερα 16 Ιανουαρίου 2022 έφυγε από την ζωή ένας από τους πιο σημαντικούς εικαστικούς της Νεοελληνικής Τέχνης, ο Αλέκος Φασιανός.

Χαρακτηριστικά είναι τα μοτίβα που κατά καιρούς εμφανίζονται στη ζωγραφική του, τόσο τα καθαρώς ανθρωποκεντρικά (ποδηλάτες, καπνιστές, ερωτικά ζευγάρια, κ.ά) όσο και εκείνα που περιγράφουν αντικείμενα ή χώρους, καθώς προέρχονται από την καθημερινότητα του ίδιου του καλλιτέχνη, η οποία όμως μέσα από το πινέλο του παίρνει μυθική διάσταση

Αλέκος Φασιανός: Ένας εμβληματικός ζωγράφος

Το έργο του διαμορφώθηκε βαθμιαία, κατά την διαμονή του στο Παρίσι, όπου είχε την ευκαιρία να εξοικειωθεί, μεταξύ άλλων, με τις μοντέρνες τάσεις της δεκαετίας του 1960. Σημειώνεται ότι δεν συντάχθηκε εμφανώς με τα ευρωπαϊκά πρωτοποριακά ρεύματα της εποχής. Παρέμεινε πιστός στην παραστατική ζωγραφική και στις ελληνικές καταβολές του, διατηρώντας μέχρι τέλους τον σεβασμό του για κάποια διδάγματα της γενιάς του ‘30, την αγάπη του για την ελληνική τέχνη (αρχαία, βυζαντινή, λαϊκή), και τους ισχυρούς δεσμούς του με τον ελλαδικό χώρο.

Ο Αλέκος Φασιανός γεννήθηκε στη Αθήνα το 1935. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών με δάσκαλο τον Γιάννη Μόραλη. Το 1960 πήγε στο Παρίσι με υποτροφία για να μελετήσει λιθογραφία στην Ecole des Beaux Arts. Έχει παρουσιάσει το έργο του σε πολλές ατομικές εκθέσεις Ζυγός, Αθήνα, Μιλάνο, Παρίσι, Κολωνία, Ντύσσελντορφ 1980, Στοκχόλμη 1981, Πινακοθήκη Πιερίδη 1985, Ειρμός Θεσσαλονίκη 1992, Παρίσι 1998. Έχει πάρει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις: Μπιενάλε Σάο Πάολο 1971, Μπιενάλε Βενετίας 1972, Μπιενάλε Μπάντεν – Μπάντεν 1985. Συμμετείχε επανειλημμένα σε ομαδικές εκθέσεις και γνωστές διεθνείς διοργανώσεις ανά την υφήλιο. Ασχολήθηκε επίσης με τη χαρακτική, το σχεδιασμό αφισών, καθώς και τη σκηνογραφία, συνεργαζόμενος κυρίως με το Εθνικό Θέατρο Αθηνών (Αμερική του Κάφκα 1975, Ελένη του Ευριπίδη 1976, Όρνιθες του Αριστοφάνη 1978 κ.α.). Ανέλαβε την εικονογράφηση αρκετών βιβλίων, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, γνωστών ποιητών και συγγραφέων. Έχει επίσης εκδώσει και δικά του κείμενα, πεζά και ποιητικά. Για το σύνολο της δουλειάς του έχουν γυριστεί τέσσερα φιλμ για την ελληνική και τη γαλλική τηλεόραση, ενώ κυκλοφορούν μονογραφίες που αναφέρονται στην εικαστική παραγωγή του. Έργα του βρίσκονται σε πολλές πινακοθήκες και συλλογές. Τα μοτίβα που κατά καιρούς εμφανίζονται στη ζωγραφική του, τόσο τα καθαρώς ανθρωποκεντρικά (ποδηλάτες, καπνιστές, ερωτικά ζευγάρια, κ.ά) όσο και εκείνα που περιγράφουν αντικείμενα ή χώρους, προέρχονται από την καθημερινότητα, η οποία όμως μέσα από το πινέλο του Φασιανού παίρνει μυθική διάσταση. Παρέμεινε πιστός στην παραστατική ζωγραφική και στις ελληνικές καταβολές του, διατηρώντας μέχρι τέλους τον σεβασμό του για κάποια διδάγματα της γενιάς του ‘30.

Ο Αλέκος Φασιανός μιλάει για τον Αλέκο Φασιανό

«Έγινα ζωγράφος για να είμαι ελεύθερος. Η ζωή είναι αναπνοή για μένα. Δράση, έκφραση, αγωνία για το επόμενο έργο, αλλά και λύτρωση κάθε φορά που υλοποιείται. Από μικρός κατάλαβα ότι αυτό ήταν το πάθος μου. 2 […] “Απ’ αυτόν (Γιάννη Μόραλη) μάθαμε να συγκρίνουμε και τα πράγματα, να βλέπουμε τις επιδράσεις του σκότους επί του φωτός και τανάπαλιν καθώς και τις αλλοιώσεις των σχημάτων και των αντικειμένων εξαιτίας του φωτός. Όμως πάντα σκεφτόμουνα τους Αγίους με τα φωτοστέφανα, τα κοντάρια τους, τα σπαθιά τους, τις πολυποίκιλες στολές τους και τα κόκκινα ή άσπρα άλογα που πηδούσαν πάνω από φλεγόμενους δράκοντες. Μου άρεσε επίσης η γιαπωνέζικη τέχνη και η ινδική ζωγραφική-ταντρική. Όμως δεν είχα τη μυστικοπάθεια. Άρχισα να ζωγραφίζω πάλι ανθρώπους με στολή και παράσημα μέσα σε κήπους. Δεν είχαν καμιά κίνηση, ήταν ανέκφραστοι και κρατάγανε λουλούδια. Αργότερα οι μικρές αυτές φιγούρες των ανθρώπων με τις στολές που έκανα άρχισαν να διαλύονται, να γίνονται τα όντα τα χρωματιστά με τα λουλούδια γύρω-γύρω, άλλοτε καλά, άλλοτε τρομερά. Και τώρα αυτά πού ζωγραφίζω κρατούν φλεγόμενα σπαθιά, όπως οι βυζαντινοί Άγιοι. Είναι όμως πλάσματα απόκοσμα, της δικιάς μου φαντασίας, όπως προήλθαν μέσα από τις σκοτεινές εκκλησίες. Μου αρέσει η κόκκινη μάζα ή η μπλε, όχι όμως αφηρημένη. Τo χρώμα πρέπει πάντα να έχει μια σημασία“, έγραφε το μακρινό 1964 έχοντας βρει την εικαστική του γραφή. 3 […]

Αφού τελείωσα τη Σχολή Καλών Τεχνών, πήρα υποτροφία από το υπουργείο Πολιτισμού της Γαλλίας. Έφυγα λοιπόν – τρεις μέρες ταξίδι με τρένο. Έκανα αμέσως έκθεση και είχε πάει πολύ καλά. Ετσι πήρα δύναμη και κουράγιο να συνεχίσω. Έκατσα σχεδόν σαράντα χρόνια και να φανταστεί κανείς πως την πρώτη μέρα που έφτασα ήθελα να φύγω. […] Πλούσια σε εκθέσεις η Γαλλία, επισκεπτόμουν εκθέσεις τακτικά, έβλεπα από κοντά τα αριστουργήματα που είχαν προηγηθεί. Η παρατήρηση και η γνώση σε βοηθάνε να ξεχωρίσεις το σημαντικό από το μέτριο. Έτσι μαθαίνεις τον δρόμο της αναμέτρησης. Προσπαθείς να βελτιώνεσαι και να εξελίσσεσαι. Αυτό είναι ατέρμονο. Χρησιμοποιώ τα χέρια μου διαρκώς. Φτιάχνω έπιπλα με τα χέρια μου. Τραπεζάκια, κομοδίνα, καθίσματα με τον δικό μου τρόπο. Χρησιμοποιώ πολλά υλικά. Πλάθω με πηλό, χυτεύω σε μπρούντζο. Φτιάχνω φωτιστικά, αντικείμενα, πιάτα, μαχαίρια, πιρούνια σαν δρακάκια, ψαράκια… διάφορα. Είναι συμπληρωματικά της ζωγραφικής απαραίτητα. Ο άνθρωπος μπορεί να είναι πολυπράγμων. Να δημιουργεί ο καθένας όπως αισθάνεται. Μου αρέσει να ράβω τα ρούχα μου. Κάνω πατρόν και προχωρώ. Ή μεταποιώ. Επάνω σ’ ένα πουλόβερ ράβω ένα δικό μου δρακάκι αντί για γραβάτα στη θέση της γραβάτας και έτσι γίνεται προσωπικό. Να έχει ο καθένας το ύφος του. Μαντάρω τις κάλτσες μου, όχι από οικονομία, αλλά γιατί μου αρέσει η διαδικασία. Με το ξύλινο αυγό. Κάποτε ένας γκαλερίστας με είδε να ράβω ένα κουμπί στο σακάκι μου και με ρωτά: “Μα, Φασιανέ, αντί να ζωγραφίζεις, ράβεις κουμπιά;”. Του είπα ότι, αν δεν ράψω το κουμπί μου, δεν μπορώ να κάνω καλό έργο. 4 […] 
Αν δεν έχεις έμπνευση, και το πιο ωραίο ατελιέ να έχεις, δεν μπορείς να προχωρήσεις. Κάνεις όλο τα ίδια. Και οι εμπνεύσεις έρχονται σπάνια. «Είναι κάποια πράγματα που γίνονται αναπόφευκτα, σαν να έχουν προγραφεί από παλιά. Θυμάμαι, όταν ήμουν στη Σχολή Καλών Τεχνών, ζωγράφιζα στο δάπεδο, μπροστά στους συμμαθητές μου…Πολλές φορές έκλαιγα, κρυφά, γιατί δεν μπορούσα να καταλάβω τι είναι ζωγραφική. Μού άρεσε όμως να απλώνω ένα χρώμα έντονο, ένα κόκκινο ή ένα μπλε σε μια μεγάλη επιφάνεια που να παριστάνει κάτι»
«Ο παππούς μου ήταν πάπας. Γεννήθηκα το 1935 δίπλα ακριβώς στην εκκλησία που λειτουργούσε ο ίδιος. Είχαμε ένα μικρό σπίτι με δειλινά στους Αγίους Αποστόλους κάτω από την Ακρόπολη. Από πολύ μικρός και εξ αιτίας του παππού μου, τριγύρναγα στις μισοσκότεινες μεταβυζαντινές εκκλησίες και τον βοηθούσα άλλοτε φέρνοντας του το θυμιατό και άλλοτε διαβάζοντας τον Απόστολο. Πιο πολύ όμως και από το θρησκευτικό μέρος με έλκυαν οι εικόνες οι βυζαντινές ή οι λαϊκές. Μου έκαναν εντύπωση οι άγιοι καβαλάρηδες με τα φωτοστέφανα και τα σπαθιά τους που έβγαζαν φλόγες και σκότωναν θηρία. Τα ξερά βυζαντινά βουνά στο βάθος, τα περίεργα δέντρα και τα φυτά και οι χρυσοί ουρανοί. Προσπαθούσα να αντιγράψω τις εικόνες. Όμως ήθελα να κάνω και δικές μου, να εκφράσω και τον δικό μου κόσμο, όπως κιόλας είχε διαπλαστεί από όλα όσα έβλεπα». 5

Αλέκος & Μαρίζα Φασιανού

Ο ποδηλάτης είναι ένας σύγχρονος αρχαίος Έλληνας, ή μπορεί να προέρχεται από το Βυζάντιο. Οι άνθρωποι παραμένουν ίδιοι. Οι ενδυμασίες και κάποιες πεποιθήσεις και συνήθειες αλλάζουν. Εκφράζω τον άνθρωπο του σήμερα, ο οποίος φέρει τη μνήμη όλων όσων προηγήθηκαν. Έχει μεγαλώσει στον ίδιο τόπο με τα ήπια βουναλάκια και το γαλάζιο της θάλασσας, αλλά αντί για χιτώνα και χλαμύδα φορά γραβάτα και φαρδιά παντελόνια και τρέχει ελεύθερος όχι με το άλογό του αλλά με το ποδήλατο ή τη μηχανή του. Όσο για το χρώμα, υπήρχε ανέκαθεν. Οι πόλεις, οι ναοί, τα δωμάτια οι άνθρωποι, είχαν χρώματα. Τα κτίρια, τα ενδύματά τους. Απλά στη ζωγραφική μου μπορεί να δείτε μπλε καρπούζια ή κόκκινους ανθρώπους. Το κάνω, γιατί αισθάνομαι με χρώματα. Δείχνω τα αισθήματά μου, όταν επιλέγω χρώμα. […]
Δεν κατάλαβα ποτέ ότι είχα μοναχική πορεία. Μπορώ να ζωγραφίσω όπου και όταν το επιθυμήσω. Μπροστά σε φίλους, σε παρέες, με απλά μέσα. Αλλά και τις ώρες που μένω μόνος στο ατελιέ μου, έχω τις ιδέες μου, τις σκέψεις, τις εικόνες να με συντροφεύουν. Αντάλλαξα ιδέες και είχα γνήσια φιλία με συγγραφείς, ποιητές, στο Παρίσι και στην Ελλάδα. Εικονογράφησα τα ωραία συγγράμματά τους. Υπήρχε πνευματική δημιουργία που έβγαινε αβίαστα. Έμπνευση και αλληλεπίδραση. […] Η εικαστική δημιουργία κατ’ εμέ επιτελεί τον σκοπό της, όταν ο θεατής ταυτιστεί για κάποιο λόγο με το έργο. Όταν του θυμίζει κάτι από τη ζωή του, του αγγίξει την ψυχή, τον ανυψώνει, προκαλεί τα ευγενή αισθήματα. Υπό αυτή την έννοια, η χαρά μου είναι η επικοινωνία με τους ανθρώπους μέσω των έργων μου. Και η αναγνωσιμότητα έχει αξία, όταν καταφέρεις να προσφέρεις κάτι. Κάποτε, ένας οδηγός ενός τεράστιου οχήματος μου φώναξε: “Κύριε Φασιανέ, κοιτάξτε με! Δεν μοιάζω με τα πρόσωπα των έργων σας; Μου αρέσουν. Μου δίνουν χαρά! Θέλω να έρθω να σας βρω. Να με ζωγραφίσετε!”. Ένας άλλος μου έλεγε: “Πόσο γλαφυρά αποδώσατε το νησί… και φαίνεται ότι ο άνεμος φυσά… Σαν να είμαι στο νησί μου, το καλοκαιράκι. Σας ευχαριστώ”. Αυτό είναι η μαγεία. Να ταυτίζονται με τα έργα μου». 6


Πηγή: www.alekosfassianos.gr, SIANTI GALLERY

error: Content is protected !!